- φιλοβοτρυς
- φιλόβοτρυςφιλό-βοτρυς2, gen. υος любящий виноградные гроздья Plut.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
φιλόβοτρυς — υ, Α αυτός που τού αρέσουν τα σταφύλια. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + βότρυς «σταφύλι» (πρβλ. ποικιλό βοτρυς)] … Dictionary of Greek
βότρυς — Το σταφύλι· το σύνολο των ρωγών του σταφυλιού μαζί με τον μίσχο που τις συγκρατεί· το τσαμπί. Στα χρόνια του Βυζαντίου, β. ονομαζόταν η πολυποίκιλτη στολή των βυζαντινών αυτοκρατόρων. (Βοτ.) Β. ονομάζεται ένας τύπος ανθοταξίας, δηλαδή διάταξης… … Dictionary of Greek